Οι
πρώτες ενδείξεις καταδεικνύουν ότι το εν εξελίξει απεργιακό κύμα στον ευρύτερο
δημόσιο τομέα έχει βάθος και δυναμική. Αυτό, ωστόσο, δεν προεξοφλεί τη
γενίκευση και κλιμάκωση των λαϊκών κινητοποιήσεων. Στο Μέγαρο Μαξίμου ελπίζουν ότι και αυτή τη
φορά θα καταφέρουν, με την αμέριστη βοήθεια των κατεστημένων ΜΜΕ, να τις
τεμαχίσουν και να τις εξουδετερώσουν. Κάθε πρόβλεψη είναι παρακινδυνευμένη,
αλλά είναι σαφές ότι η περίοδος της νηνεμίας έχει τελειώσει.
Η
πολιτική της μονοδιάστατης λιτότητας που υπαγορεύει η τρόικα και εφαρμόζει η
κυβέρνηση προσκρούει πλέον σε σοβαρές κοινωνικές αντιδράσεις. Με αυτή την
έννοια, η τακτική τουοδοστρωτήρα χάνει ολοένα και περισσότερο την
αποτελεσματικότητά της. Δεν θα μπορούσε να συμβεί κι αλλιώς. Η ανάγκη επιβίωσης
υποχρεώνει τα μικρομεσαία στρώματα να αναθεωρήσουν τη στάση τους. Επειδή,
μάλιστα, αυτή η διαδικασία δεν είναι συντεταγμένη, το ενδεχόμενο κοινωνικής
έκρηξης καθίσταται ολοένα και πιο πιθανό. Η κυβέρνηση, άλλωστε, δεν πλήττει
μόνο έναν επαγγελματικό κλάδο. Πλήττει σχεδόν τους πάντες.
Η «παράταξη του Μνημονίου» έχει καταφύγει και αυτή τη φορά στα γνωστά προπαγανδιστικά τεχνάσματα. Προσπαθεί να φοβίσει την κοινή γνώμη προβάλλοντας την ασκούμενη πολιτική σαν μονόδρομο. Είναι σαφές, ωστόσο, ότι τα εκβιαστικά διλήμματα έχουν χάσει μεγάλο μέρος από την εμβέλειά τους. Το ίδιο ισχύει και για την επιχείρηση ενοχοποίησης των μικρομεσαίων στρωμάτων με την υπερπροβολή υπαρκτών παθογενειών.
Αυτός είναι ο λόγος που η επίθεση εναντίον των απεργιών έχει στηριχθεί κυρίως στο γεγονός ότι οι κινητοποιήσεις διασαλεύουν την κοινωνική και οικονομική ζωή. Με άλλα λόγια, ο προπαγανδιστικός μηχανισμός εκμεταλλεύεται τον κατακερματισμό της κοινωνίας για να «σαλαμοποίησει» τις αντιδράσεις, στρέφοντας την κοινή γνώμη εναντίον των εκάστοτε απεργών. Το γεγονός, ωστόσο, ότι οι κινητοποιήσεις δυσκολεύουν την καθημερινότητα των υπόλοιπων πολιτών δεν σημαίνει ότι είναι αντικοινωνικές ενέργειες, όπως προσπαθεί συστηματικά να τις εμφανίσει η «παράταξη του Μνημονίου».
Το προηγούμενο διάστημα η καθεστωτική προπαγάνδα παρουσίαζε τους κάθε είδους απεργούς σαν προνομιούχους που αντιδρούν επειδή χάνουν τα προνόμιά τους. Σήμερα, όμως, είναι εξόφθαλμο ότι οι εργαζόμενοι αγωνίζονται να προασπίσουν τα πιο ζωτικά δικαιώματά τους, συχνά τη θέση εργασίας τους. Με άλλα λόγια, οι απεργίες είναι καθαρά αμυντικές και καθόλου καταχρηστικές. Στην πραγματικότητα, η κυβέρνηση απαιτεί από τα θύματα της πολιτικής της να συμπεριφερθούν σαν πρόβατα επί σφαγή. Ενώ στα λόγια δεν αμφισβητεί το δικαίωμα της απεργίας, στην πράξη προσπαθεί να το ακυρώσει, στρέφοντας την κοινή γνώμη εναντίον των εκάστοτε απεργών.
Το πρόβλημα για την «παράταξη του Μνημονίου» είναι ότι η προπαγάνδα περί επικείμενης ανάκαμψης αποδεικνύεται μαγική εικόνα. Τους προηγούμενους μήνες η κοινή γνώμη την είχε σε μεγάλο βαθμό «αγοράσει». Τώρα πλέον, συνεχίζουν να την «αγοράζουν» μόνο εύπορα στρώματα που δεν απειλείται ακόμα η επιβίωσή τους. Η εντύπωση, άλλωστε, ότι η οικονομία σταθεροποιείται δεν επιβεβαιώνεται από την εξέλιξη των βασικών δεικτών.
Πριν από ένα χρόνο, ο Σαμαράς είχε θέσει ως στόχο να φτάσει χωρίς απώλειες στις γερμανικές εκλογές. Με βάση την επιλογή του να συμπεριφέρεται σαν το «υπάκουο παιδί» της τρόικας, ήλπιζε σε «κούρεμα» του ελληνικού χρέους που βρίσκεται στα χέρια των χωρών-μελών της Ευρωζώνης και της ΕΚΤ. Κατ’ αυτό τον τρόπο ευελπιστούσε να ανοίξει ο δρόμος για την επιστροφή στις αγορές.
Τα γεγονότα αποδεικνύουν ότι ο πρωθυπουργός υπολόγιζε χωρίς τον ξενοδόχο. Αν κρίνουμε από τις επίσημες δηλώσεις, το ευρωιερατείο δεν είναι διατεθειμένο να προχωρήσει σε τέτοιο «κούρεμα». Και όλα δείχνουν ότι το επικείμενο ταξίδι του δεν πρόκειται να του αποφέρει τίποτα περισσότερο από καλές κουβέντες. Τα μηνύματα, άλλωστε, είναι ότι ετοιμάζεται τρίτο Μνημόνιο, που θα συνοδεύεται από νέα επώδυνα μέτρα κι ότι ο έλεγχος της τρόικας θα είναι αυτή τη φορά εξοντωτικός.
Κι όλ’ αυτά, όταν η οικονομία παραμένει εγκλωβισμένη στο φαύλο κύκλο της ύφεσης. Όταν το ΑΕΠ έχει μειωθεί πάνω από 25%, με αποτέλεσμα να συνεχίζεται η καταστροφή υγιούς παραγωγικού ιστού και η συσσώρευση κοινωνικών ερειπίων. Τα προβαλλόμενα δημοσιονομικά επιτεύγματα είναι σαθρά. Το πολυδιαφημισμένο πρωτογενές πλεόνασμα προκύπτει αποκλειστικά και μόνο επειδή το Δημόσιο εφαρμόζει σιωπηρά μερική στάση πληρωμών. Και, βεβαίως, προκύπτει ως αποτέλεσμα της οριζόντιας υπερφορολόγησης κυρίως αυτών που κινούν την οικονομία, με τα γνωστά καταστροφικά αποτελέσματα για τον υγιή παραγωγικό ιστό. Με τον τρόπο αυτό, όμως, γονατίζουν την πραγματική οικονομία, προκαλούν αποκλίσεις από τους στόχους και ανακυκλώνουν το αδιέξοδο. Με άλλα λόγια, η πραγματική κατάσταση της οικονομίας και της κοινωνίας αντιφάσκει εξόφθαλμα με το καλλιεργούμενο κλίμα θετικών προσδοκιών.
Η «παράταξη του Μνημονίου» έχει καταφύγει και αυτή τη φορά στα γνωστά προπαγανδιστικά τεχνάσματα. Προσπαθεί να φοβίσει την κοινή γνώμη προβάλλοντας την ασκούμενη πολιτική σαν μονόδρομο. Είναι σαφές, ωστόσο, ότι τα εκβιαστικά διλήμματα έχουν χάσει μεγάλο μέρος από την εμβέλειά τους. Το ίδιο ισχύει και για την επιχείρηση ενοχοποίησης των μικρομεσαίων στρωμάτων με την υπερπροβολή υπαρκτών παθογενειών.
Αυτός είναι ο λόγος που η επίθεση εναντίον των απεργιών έχει στηριχθεί κυρίως στο γεγονός ότι οι κινητοποιήσεις διασαλεύουν την κοινωνική και οικονομική ζωή. Με άλλα λόγια, ο προπαγανδιστικός μηχανισμός εκμεταλλεύεται τον κατακερματισμό της κοινωνίας για να «σαλαμοποίησει» τις αντιδράσεις, στρέφοντας την κοινή γνώμη εναντίον των εκάστοτε απεργών. Το γεγονός, ωστόσο, ότι οι κινητοποιήσεις δυσκολεύουν την καθημερινότητα των υπόλοιπων πολιτών δεν σημαίνει ότι είναι αντικοινωνικές ενέργειες, όπως προσπαθεί συστηματικά να τις εμφανίσει η «παράταξη του Μνημονίου».
Το προηγούμενο διάστημα η καθεστωτική προπαγάνδα παρουσίαζε τους κάθε είδους απεργούς σαν προνομιούχους που αντιδρούν επειδή χάνουν τα προνόμιά τους. Σήμερα, όμως, είναι εξόφθαλμο ότι οι εργαζόμενοι αγωνίζονται να προασπίσουν τα πιο ζωτικά δικαιώματά τους, συχνά τη θέση εργασίας τους. Με άλλα λόγια, οι απεργίες είναι καθαρά αμυντικές και καθόλου καταχρηστικές. Στην πραγματικότητα, η κυβέρνηση απαιτεί από τα θύματα της πολιτικής της να συμπεριφερθούν σαν πρόβατα επί σφαγή. Ενώ στα λόγια δεν αμφισβητεί το δικαίωμα της απεργίας, στην πράξη προσπαθεί να το ακυρώσει, στρέφοντας την κοινή γνώμη εναντίον των εκάστοτε απεργών.
Το πρόβλημα για την «παράταξη του Μνημονίου» είναι ότι η προπαγάνδα περί επικείμενης ανάκαμψης αποδεικνύεται μαγική εικόνα. Τους προηγούμενους μήνες η κοινή γνώμη την είχε σε μεγάλο βαθμό «αγοράσει». Τώρα πλέον, συνεχίζουν να την «αγοράζουν» μόνο εύπορα στρώματα που δεν απειλείται ακόμα η επιβίωσή τους. Η εντύπωση, άλλωστε, ότι η οικονομία σταθεροποιείται δεν επιβεβαιώνεται από την εξέλιξη των βασικών δεικτών.
Πριν από ένα χρόνο, ο Σαμαράς είχε θέσει ως στόχο να φτάσει χωρίς απώλειες στις γερμανικές εκλογές. Με βάση την επιλογή του να συμπεριφέρεται σαν το «υπάκουο παιδί» της τρόικας, ήλπιζε σε «κούρεμα» του ελληνικού χρέους που βρίσκεται στα χέρια των χωρών-μελών της Ευρωζώνης και της ΕΚΤ. Κατ’ αυτό τον τρόπο ευελπιστούσε να ανοίξει ο δρόμος για την επιστροφή στις αγορές.
Τα γεγονότα αποδεικνύουν ότι ο πρωθυπουργός υπολόγιζε χωρίς τον ξενοδόχο. Αν κρίνουμε από τις επίσημες δηλώσεις, το ευρωιερατείο δεν είναι διατεθειμένο να προχωρήσει σε τέτοιο «κούρεμα». Και όλα δείχνουν ότι το επικείμενο ταξίδι του δεν πρόκειται να του αποφέρει τίποτα περισσότερο από καλές κουβέντες. Τα μηνύματα, άλλωστε, είναι ότι ετοιμάζεται τρίτο Μνημόνιο, που θα συνοδεύεται από νέα επώδυνα μέτρα κι ότι ο έλεγχος της τρόικας θα είναι αυτή τη φορά εξοντωτικός.
Κι όλ’ αυτά, όταν η οικονομία παραμένει εγκλωβισμένη στο φαύλο κύκλο της ύφεσης. Όταν το ΑΕΠ έχει μειωθεί πάνω από 25%, με αποτέλεσμα να συνεχίζεται η καταστροφή υγιούς παραγωγικού ιστού και η συσσώρευση κοινωνικών ερειπίων. Τα προβαλλόμενα δημοσιονομικά επιτεύγματα είναι σαθρά. Το πολυδιαφημισμένο πρωτογενές πλεόνασμα προκύπτει αποκλειστικά και μόνο επειδή το Δημόσιο εφαρμόζει σιωπηρά μερική στάση πληρωμών. Και, βεβαίως, προκύπτει ως αποτέλεσμα της οριζόντιας υπερφορολόγησης κυρίως αυτών που κινούν την οικονομία, με τα γνωστά καταστροφικά αποτελέσματα για τον υγιή παραγωγικό ιστό. Με τον τρόπο αυτό, όμως, γονατίζουν την πραγματική οικονομία, προκαλούν αποκλίσεις από τους στόχους και ανακυκλώνουν το αδιέξοδο. Με άλλα λόγια, η πραγματική κατάσταση της οικονομίας και της κοινωνίας αντιφάσκει εξόφθαλμα με το καλλιεργούμενο κλίμα θετικών προσδοκιών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου