Οταν οι αριθμοί αποκτούν τη δική τους Σημασία

Γελοιογραφία του Νιγιάζ Καρίμοφ
Στη ρωσική γλώσσα, και ιδιαίτερα στην καθομιλουμένη, οι αριθμοί, και κυρίως εκείνοι που χρησιμοποιούνται για τη βαθμολογία στο σχολείο, αποκτούν μια ειδική σημειολογία, την οποία πρέπει να γνωρίζετε, αν θέλετε να καταλαβαίνετε τι λένε οι γύρω σας. Ντβόικα” (2), “τρόικα” (3), “τσετβιόρκα” (4), “πιατιόρκα” (5), αυτό είναι το σύνηθες σύστημα σχολικής βαθμολογίας στη Ρωσία. Όμως στα ρωσικά οι αριθμοί αποκτούν, κάποιες φορές, και άλλες σημασίες. Ιδού λοιπόν, από το ένα έως το εκατό, τι σημαίνει καθένας αριθμός:


1. Παρότι η “γεντινίτσα” (“μονάδα”, ψηφίο “ένα”) αντιστοιχεί τυπικά στον χειρότερο βαθμό στο σχολείο (“καθόλου καλά”), στην πραγματικότητα αυτό συμβαίνει μόνο κατ' εξαίρεσιν, συνήθως αξιολογώντας όχι τις γνώσεις, αλλά την διαγωγή κάποιου ανθρώπου. Άλλη μία ονομασία αυτής της επίδοσης είναι το “κολ” (“παλούκι”). “Οντνούσκα” (από το “οντίν” -δηλαδή “ένα”) λέγεται η γκαρσονιέρα (ένα δωμάτιο με κουζίνα).

2. Η “ντβόικα” (από το “ντβα” - “δύο”) αντιστοιχεί στον βαθμό “μη ικανοποιητικά”. Πριν από 20 περίπου χρόνια, εκείνη η συσκευή τηλεόρασης με ενσωματωμένο το βίντεο, αποκλήθηκε “βιντεοντβόϊκα”. Ένα διαμέρισμα με δύο δωμάτια λέγεται “ντβούσκα”. Όμως αν ρωτήσετε κάποιον εκπρόσωπο παλαιότερης γενιάς, τι σημαίνει το “ντβούσκα”, εκείνος σίγουρα θα σας πει ότι πρόκειται για το κέρμα των δύο καπικίων, που στη σοβιετική περίοδο χρησιμοποιούνταν στους τηλεφωνικούς θαλάμους, και γι' αυτό αποτελούσε αντικείμενο ιδιαίτερης ζήτησης.

3. Η “τρόικα” (από το “τρι” - “τρία”) αντιστοιχεί στον βαθμό “ικανοποιητικά”. Σε πολλές γλώσσες η λέξη αυτή εισήγαγε σ' αυτήν ακριβώς τη μορφή, και σημαίνει τρία άλογα ζεμένα με τον παραδοσιακό ρωσικό τρόπο σε μία άμαξα. Και σήμερα η λέξη “τρόικα” χρησιμοποιείται πιο συχνά για το αντρικό κοστούμι (εκτός από το σακάκι , και το παντελόνι, ένα τρίτο στοιχείο, το γιλέκο. “Τριόσκα” λέγεται και το διαμέρισμα με τρία δωμάτια. Στην σοβιετική εποχή έτσι λεγόταν το χαρτονόμισμα των τριών ρουβλίων (ή αλλιώς “τροϊάκ”). Την περίοδο '50-'70, όταν ένα μπουκάλι βότκα κόστιζε γύρω στα τρία ρούβλια, ήταν ιδιαίτερα διαδεδομένος, μεταξύ αντρών, ο εξής τρόπος να σκοτώσει κανείς την ώρα: “Να σκεφτούμε και για τους τρεις”. Αυτό σήμαινε ότι τρεις άντρες, συνήθως άγνωστοι μεταξύ τους, δίνουν από ένα ρούβλι στην κάβα, αγοράζουν ένα μπουκάλι βότκα μισού λίτρου, και το πίνουν μαζί, χρησιμοποιώντας μάλιστα ένα γυάλινο ποτήρι με τη σειρά, κάπου κοντά στην κάβα, και συζητώντας ταυτόχρονα ζητήματα σημαντικά.

4. Η “τσετβιόρκα” (από το “τσετίρε” - “τέσσερα”) στο σχολείο σημαίνει “καλά”. Άλλη δημοφιλής λέξη είναι το “τσέτβερτ'” (“τέταρτο”) που σημαίνει συνήθως “ένα τέταρτο της ώρας”. Για παράδειγμα η ώρα 11:15 λέγεται “ένα τέταρτο του δώδεκα”, ενώ το 11:45 είναι “δώδεκα παρά τέταρτο”. “Τσέτβερτ'” λέγεται επίσης, η καθεμιά από τις τέσσερις περιόδους του σχολικού έτους ( υπάρχουν, μάλιστα,  διακοπές ανάμεσά τους).

5. Η “πιατιόρκα” (από το “πιάτ'” - “πέντε”), που είναι ο βαθμός “άριστα”, σήμαινε τη σοβιετική εποχή και το χαρτονόμισμα των πέντε ρουβλίων. Σήμερα η διπλή της σημασία αξιοποιείται στην ονομασία της αλυσίδας σουπερμάρκετ “Πιατιόροτσκα” (στο μυαλό του πελάτη πρέπει να συμπέσουν οι δύο έννοιες: “άριστα” και “προσιτά”). Ενώ το κέρμα των πέντε καπικίων αποκαλούταν, κατά τη σοβιετική εποχή, “πιατάκ” και ήταν περιζήτητο, γιατί χρησιμοποιούνταν για την δίοδο από το τουρνικέ στην πλατφόρμα του σταθμού Μετρό (η αξία μιας διαδρομής στα πέντε καπίκια ίσχυε για μερικές δεκαετίες). Το υποκοριστικό, “πιατατσόκ”, χρησιμοποιούνταν για τη μουσούδα του γουρουνιού (επειδή έμοιαζε με το κέρμα, το οποίο ήταν και το μεγαλύτερο απ' όλα τα άλλα κέρματα). Από 'κει η λέξη “πιατάκ” γύρισε στη αργκό, όπου η έκφραση “να δώσω στο πιατάκ” σημαίνει “να χτυπήσω κατά πρόσωπο”. Η παλάμη, μιας και έχει πέντε δάχτυλα, λέγεται “πιατερνιά”, και η έκφραση “Ντάι πιάτ'!”, είναι στην καθομιλούμενη πρόσκληση προς χειραψία.

6. Η “σεστιόρκα” (από το “σεστ'” - “έξι”) είναι το μικρότερο χαρτί της τράπουλας των 36 φύλλων. Γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο στη σλανγκ των φυλακισμένων “σεστιόρκα” αποκαλείται περιφρονητικά εκείνος, που κατέχει τη χαμηλότερη θέση σε μια εγκληματική ιεραρχία. Σε ευρεία δε χρήση, “σεστιόρκα”, πριν από μερικές δεκαετίες, λεγόταν το πιο δημοφιλές τότε μοντέλο σοβιετικού αυτοκινήτου “Ζιγκουλί” (“Lada”).

7. H “σεμιόρκα” (από το “σεμ'” - “εφτά”) συνδέεται, πρώτα απ' όλα, με το διάσημο αμερικανικό γουέστερν των μέσων του 20ου αιώνα που παρουσιάστηκε σε σοβιετική διανομή υπό τον τίτλο “Και οι επτά ήσαν υπέροχοι”.

8. Η “βασμιόρκα” (από το “βόσεμ'” - “οχτώ”) συνδέεται με τη ρόδα ποδηλάτου που έχει στραβώσει.

9. Η “ντεβιάτκα” (από το “ντέβιατ'” - “εννιά”) αντιστοιχεί στο γάμμα του ποδοσφαιρικού τέρματος, εκεί που θεωρείται μέγα επίτευγμα το να  βάλεις γκολ. “Ντεβιάτκα” λέγεται επίσης ακόμη ένα δημοφιλές (το ένατο) μοντέλο “Ζιγκουλί”, όπως και η πιο δυνατή ποικιλία της μπίρας “Μπάλτικα”, που έχει το νούμερο 9 στη σειρά, και περιέχει 9% αλκοόλ (θεωρείται ότι τη “ντεβιάτκα” την καταναλώνουν κυρίως οι αποφασισμένοι πότες).

10. Η “ντεσιάτκα” (από το “ντέσιατ'” - “δέκα”) είναι το κέντρο του στόχου στην σκοποβολή. Η έκφραση “πέτυχα δέκα” σημαίνει “να κάνεις κάτι με ακρίβεια, σωστά”. Μέχρι πρόσφατα, “ντεσιάτκα” λεγόταν το χαρτονόμισμα των δέκα ρουβλίων, που τώρα αποσύρεται σιγά-σιγά από την κυκλοφορία και αντικαθίσταται με κέρμα.

50. Το χαρτονόμισμα των πενήντα ρουβλίων αποκαλείται “πολτίνικ” (δηλαδή μισό από εκατό). Κατά τη σοβιετική εποχή “πολτίνικ” λεγόταν και το κέρμα των πενήντα καπικίων. Είναι ενδιαφέρον, ότι με την αγοραστική τους δυνατότητα, αυτά τα “πολτίνικ” των διαφόρων εποχών (μετά από όλους τους πληθωρισμούς και τις νέες ισοτιμίες) φαίνονται λίγο-πολύ συγκρίσιμα.

100. Το χαρτονόμισμα των εκατό ρουβλίων είναι η “σότνια” (από τη λέξη “στο” - “εκατό”), ή “στόλνικ” στην αργκό εκδοχή του. Ενώ η “σότκα” αποτελεί μονάδα μέτρησης του χώρου (εκατό τετραγωνικά μέτρα). Στην καθομιλούμενη αυτή η λέξη χρησιμοποιείται κυρίως στον συνδυασμό “σεστ' σότοκ”. Αυτή ακριβώς ήταν η έκταση της γης έξω από την πόλη που παραχωρούνταν στους πολίτες για να ασχολούνται με αγροτικές δραστηριότητες. Ακόμη και τώρα το “σεστ' σότοκ” σημαίνει “τυπικό σεμνό εξοχικό”. Η ίδια η λέξη “στο”, σε διάφορες εκφράσεις, μπορεί να σημαίνει “τον μέγιστο βαθμό μιας ιδιότητας”. Παραδείγματος χάριν, η έκφραση “Στοπουντόβο!” σημαίνει την βέβαιη υπόσχεση (“Οπωσδήποτε!”), ενώ το να “δείχνεις για όλα τα εκατό” σημαίνει την καλή εξωτερική εμφάνιση.

Ντβόικα, τρόικα, τσετβιόρκα και κ.ο.κ., λέγονταν κάποτε τα δρομολόγια των μέσων μαζικής μεταφοράς. Αυτό ισχύει ακόμη για μικρές πόλεις, ενώ στη Μόσχα, όπου οι περισσότερες γραμμές έχουν τριψήφιους αριθμούς, το ακούς πια όλο και πιο σπάνια.


Πηγή http://rbth.gr/blogs/2013/11/21/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου